τριακοστόπεμπτος

τριακοστόπεμπτος
τρῐᾱκοστό-πεμπτος, ον,
A thirty-fifth, Hero *Geom.17.32, al., Tz.H.13.286.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • τριακοστόπεμπτος — ον, ΜΑ ο τριακοστός πέμπτος. [ΕΤΥΜΟΛ. < τριακοστός + πέμπτος] …   Dictionary of Greek

  • τριακοστόπεμπτον — τριακοστόπεμπτος thirty fifth masc/fem acc sg τριακοστόπεμπτος thirty fifth neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τριακοστοπέμπτων — τριακοστόπεμπτος thirty fifth masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τριακοστόπεμπτα — τριακοστόπεμπτος thirty fifth neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”